26/3/17

Η σχολική γιορτή



Την Παρασκευή συνόδευσα το δευτεράκι μου μέχρι το σχολείο της, για την γιορτή της 25ης Μαρτίου. Και ενώ είχα σκοπό να την αφήσω και να φύγω και να πάω να την πάρω μετά από μια ώρα, σκέφτηκα να κάτσω για λίγο και μετά απλώς μαγνητίστηκα τόσο πολύ που έμεινα μέχρι το τέλος.

Δεν ξέρω αν ένιωσα δέος για την ίδια τη σημασία της γιορτής και αν αναλογίστηκα το πόσο στο ντούκου την έχω περάσει εγώ στα τόσα χρόνια της ζωής μου. Δεν ξέρω τι με συγκίνησε περισσότερο. Ξέρω, όμως, ότι έφυγα λίγο διαφορετική από εκεί. Σαν να τη χρειαζόμουν αυτή τη στιγμή. Έβλεπα τα εκτάκια να τραγουδούν τα τραγούδια, άλλοι με πάθος, άλλοι βαριεστημένα, άλλοι ξεχνώντας μερικά λόγια, άλλοι κρυφοκοιτάζοντας στις σημειώσεις. Έβλεπα τους γονείς που με το ένα μάτι στο κινητό ή στο tablet που απαθανάτιζε τη γιορτή και με το άλλο στο πραγματικό γεγονός που συνέβαινε μπροστά τους, να χαίρονται και να κλείνουν το μάτι.

Δεν ξέρω ακριβώς τι μου είχε συμβεί αλλά πετούσα από τη μια σκέψη στην άλλη, έτσι ενώ ακουμπούσα με την πλάτη στο τοίχο και παρακολουθούσα όλη την αίθουσα από προνομιακή θέση, χωρίς κανείς να μπορεί να με δει. Κοιτούσα τη δασκάλα της μουσικής που με αγάπη καθοδηγούσε τα παιδιά και που, ποιος ξέρει, όταν έκανε τις σπουδές της, πόσο αγαπούσε τη μουσική, αυτό ονειρευόταν ή ήθελε κονσέρτα και άλλα τέτοια.

Είδα το κορίτσι που φοβόταν μήπως ξεχάσει τα λόγια της κατά την απαγγελία γιατί θα την μαλώσουν στο σπίτι μετά, είδα το αγόρι που βιαζόταν γιατί ήταν αγγαρεία όλη αυτή η διαδικασία, είδα τα κορίτσια που ανυπομονούσαν να πάνε βόλτα στην πλατεία μετά. Είδα τον ωραίο της τάξης, είδα την καλή μαθήτρια, είδα και εμένα κάπου εκεί, να νιώθω διαφορετικά με καλσόν και λεπτό, λευκό πουκάμισο. Είδα στα μάτια τους την έξαψη πριν την παρέλαση, την αγωνία πριν την πρώτη γυμνασίου, φαντάστηκα τις κόρες μου σε λίγα χρόνια να απαγγέλουν «Τη υπερμάχω».

Ερχόντουσαν και έφευγαν τα δάκρυα, τα έδιωχνα γιατί δεν ήθελα να γυρίσει όλη η αίθουσα και να δει μια μαμά μιας μαθήτριας της δευτέρας δημοτικού να κλαίει από συγκίνηση, ενώ το παιδί της δεν συμμετείχε καν στη γιορτή. Σκέφτηκα πόσο καλό μου έκανε στην ψυχή μου που έμεινα τελικά. Πόσο θετικά με επηρέασε αυτή η συγκίνηση, όλη αυτή η έκθεση μπροστά σε άγουρα παιδιά, που, συνήθως, τα βλέπω να πηγαινοέρχονται με γεμάτες τσάντες κάθε πρωί και κάθε μεσημέρι, με όρεξη για το μέλλον τους, με καθόλου όρεξη για πολύ διάβασμα. Έπαιρναν μέρος στη γιορτή, όπως έκανα κι εγώ παλιά, χωρίς να έχω ιδέα ότι κάπου εκεί πίσω, στο βάθος, υπάρχουν μαμάδες που κλαίνε, πως ενώ τραγουδούσα τον εθνικό ύμνο, ήμουν συγχρόνως και κάτω, κρυμμένη πίσω από τους πολλούς γονείς, με κρυφά δάκρυα, μια μαμά από το μέλλον.


Να πηγαίνετε στις γιορτές του σχολείου, αν μπορείτε, να μην τις χάνετε. Φέρνουν συγκίνηση, φέρνουν κάθαρση, φέρνουν αισιοδοξία, φέρνουν το μέλλον στο παρόν, πλησιάζουν στο παρελθόν, σχεδόν το αγγίζουν, σε κάνουν να καταλάβεις πιο πολλά τώρα και να σιγοτραγουδήσεις όλους τους στίχους των τραγουδιών σωστά, χωρίς παρανοήσεις. Σε κάνουν γραφική μάνα που κλαις, αλλά τα δάκρυα είναι λυτρωτικά όταν είναι από χαρά. 


1/3/17

Floating profiles


Τα προφίλ μας θα επιπλέουν στο διαδίκτυο ακόμη κι όταν πεθάνουμε. Αν τύχει και γίνει με κάποιον εντυπωσιακό τρόπο που θα απασχολήσει τις ειδήσεις, θα δημοσιευτούν στο Πρώτο Θέμα, φωτογραφίες που προσεκτικά τοποθετούμε καθημερινά στα social media, στα blog μας, στα stories ολούθε. Θα μάθουμε τα δυσάρεστα από εκεί, θα βάλει ο άλλος μαύρο στη φωτογραφία προφίλ του και θα γράψουμε ερωτηματικά από κάτω, «τι έγινε;», «έγινε κάτι;», γιατί δεν έχουμε συνηθίσει να μη μας το πασάρουν καθαρά αυτό που θέλουν να δείξουν οι φίλοι μας.

Συνήθως το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: Πετάω χαρταετό, εσείς ήσασταν άρρωστοι και μείνατε με τη μιζέρια σας, είμαι χαρούμενη σήμερα, εσύ κλαις, πολύ φάγαμε και σήμερα, εσύ δεν πήγες σουπερμαρκετ, διαβάζουμε βιβλίο, εσύ αγράμματη θα μείνεις, κοιμήθηκε στην αγκαλιά μου, εσύ μάλωσες πολύ παιδί σου σήμερα, πήγα σινεμά, εσύ πάλι όχι, τα πίνω με μια φίλη, εσύ έχεις να δεις μπαρ από τα 25, με αγαπάει ο άντρας μου, εσείς δεν κοιμάστε καν μαζί πια. Είμαι καλύτερος, πρέπει να το δεις. Το like σου δεν μου αρκεί, θέλω και ένα σχόλιο. Μην προσπερνάς, ξέρω πως με ειρωνεύεσαι, ξέρω πως θέλω να σου δείξω τη ζωή μου, τα πλούτη μου, την καλοπέρασή μου, την πραγματικά καλή μου διάθεση, τον ήλιο πάνω από το κεφάλι μου. Δεν θέλω να σου διδάξω τίποτα, δεν θέλω να σου δώσω το καλό παράδειγμα, ούτε καν συνταγή για ταραμοσαλάτα, θέλω απλώς να δεις πόσο καλά περνάω, πόσο καλύτερα από εσένα περνάω.

Και όταν πεθάνω, θα βάλεις μαύρο, θα συλλυπηθείς ηλεκτρονικά, θα κάνεις διάσημο το blog μου, θα βγάλεις στη φόρα τις σπουδές μου και το πόσο καλός άνθρωπος ήμουν. Θα αλλάξεις κανάλι, θα δεις Survivor. Θα κοιμηθείς, θα κάνεις log in στο Facebook.

Είναι η αυτοκριτική μου, γιατί λατρεύω τα social media, τα χρησιμοποιώ καθημερινά, ανεβάζω αυτά που θέλω, γράφω συνήθως θετικά και κρατάω τις πιο μαύρες σκέψεις μου για αυτό το blog ή για τον εαυτό μου. Και, φυσικά, έχω κάθε δικαίωμα να το κάνω αυτό, γιατί Ι am a sucker for technology, έχω blog από το 2005 και βρίσκομαι στο internet από τότε που άκουγα το modem να γουργουρίζει και το καλώδιο να βγαίνει κατά λάθος και να πέφτει η σύνδεση. Δεν με νοιάζουν τα πισώπλατα σχόλια που σίγουρα υπάρχουν, μα το κάνω κι εγώ η ίδια, σχολιάζω πικρόχολα, διορθώνω ορθογραφικά κλπ. Δεν προσελκύω συχνά θετική ανταπόκριση, δεν είμαι εκεί για να αρέσω πια, υπάρχουν, όμως, μερικά πραγματικά ειλικρινή σχόλια.


Δεν θέλω να με θαυμάζουν στο facebook, ούτε και έξω από αυτό, ζω τη ζωή, και γνωρίζω δυο-τρεις φίλους που δεν έχουν καν λογαριασμό και καταφέρνουν να επιβιώνουν και χωρίς. Δεν ξέρουν όμως την κούπα που έβαλα τον καφέ μου σήμερα, όπως οι followers μου στο instagram, ούτε ότι πήρα μέρος στον διαγωνισμό για το βιβλίο με retweet. Κι αυτά είναι ο μικρόκοσμός μου, το κομμάτι του που επιλέγω, εθισμένη, να δημοσιεύω. Και θα το κάνω.