30/6/13

Το μικρό

Λοιπόν, χτες το πρωί, αφού καλημεριστήκαμε και αποχαιρετιστήκαμε, λίγο πριν κλείσει την πόρτα για να φύγει για τη δουλειά ο μπαμπάς, το μικρό πετάχτηκε και είπε: «Bye». Εντάξει, ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια και κοιτάξαμε με γουρλωμένα μάτια αυτό το λιλιπούτειο ανθρωπάκι που αργά παίρνει βάρος, τόσο γρήγορα ανεβάζει στροφές το μυαλό του.
Λοιπόν αυτό το μικρό με έχει πεθάνει. Πρώτον, είναι κολλητσίδα. Καρφίτσα πως το λένε. Από το πρωί που ξυπνάει μέχρι το βράδυ που πάει για ύπνο, βρίσκεται πάνω μου. Παίζει αρκετή ώρα μόνη της και με την αδερφή της, δηλαδή περισσότερο από όσο έπαιζε μόνη της η αδερφή της στην ηλικία της αλλά την υπόλοιπη μέρα είναι «μαμά, μαμά και μαμά». Μόνο όταν πάμε στην παιδική χαρά, περπατάει πέρα δώθε σαν να μην υπάρχει αύριο. Και όλες οι μαμάδες μου λένει «μα τι καλή, δεν θέλει καθόλου αγκαλιά, είναι πολύ ανεξάρτητη». Ναι, κάτσε να γυρίσουμε σπίτι. Είναι βιτρίνα όλα αυτά. Κατάσκοπος της Μοσάντ.
Και λες εντάξει, θα κοιμηθεί και θα αποκτήσω έλεγχο του σώματος μου και πάλι. Αμ δε. Το μικρό κολλητήρι θα ξυπνήσει τουλάχιστον δυο φορές μέσα στη νύχτα και θα πιει το γάλα της και μπορεί να πιάσει και καμιά ψιλή κουβέντα με κάτι φωτάκια αναμμένα. Μπορεί να καταλήξει αναμέσά μας και να ψιλοξυπνάει για να μας ακουμπήσει και να ξαναξεραθεί ή αν κάνει πολύ φασαρία μπορεί να ξυπνήσει την αδερφή της, η οποία με ιώβια υπομονή θα κλαψουρίσει λίγο πριν χωθεί κι αυτή στο κρεβάτι μας και ένα δευτερόλεπτο πριν καταρρεύσουμε οικογενειακώς στο τετραγωνικό του μαξιλαριού που μας αναλογεί, θα σκεφτούμε για άλλη μια φορά τη λύση του υπέρδιπλου κρεβατιού. Family bed, μοντέρνα πράγματα.
Το μικρό είναι πανέξυπνο, όχι επειδή είναι παιδί μου. Είναι σφουγγάρι. Ξεκαρδίζεται, κοροιδεύει, κρύβεται, παίζει, νευριάζει. Πρέπει να την βάλετε να σας πει πως νευριάζει: θα κάνει έναν χαρακτηριστικό ήχο νευριάσματος. Πολύ γέλιο. Είναι κι αυτή μουσικόβια, της το καλλιεργεί ο μπαμπάς της. Δώστης jlo με Pitbull και πάρε της την ψυχή. Και γενικά, το «μικρό καράβι» παίζει πολύ, ειδικά πάνω στα πόδια μου με χοροπηδητά πάνω στην κοιλιά μου.
Με κυνηγάει όλη τη μέρα με ένα playmobil και μια καρέκλα να το βάλω να κάτσει. Κοιμίζουμε τις κούκλες και λέει κάτι ψιθυριστά ακαταλαβίστικα μιραντέικα. Και μετά ξαφνικά «αααααα» γιατί η κούκλα έχει κιόλας ξυπνήσει. Σε πέντε δευτερόλεπτα. Ε βέβαια, αν έχει πρότυπο τον εαυτό της.
Επίσης μου κουβαλάει όλη μέρα βιβλία να διαβάσουμε. Τα διαβάζουμε πολύ γρήγορα βέβαια γιατί πρέπει να είναι πολύ καλύτερο και ενδιαφέρον να τρέχουμε να φέρουμε το επόμενο βιβλίο.
Το μικρό πετάει την σκούφια της για βόλτα. Λες και το έχουμε κλεισμένο στον πύργο κανένα εξάμηνο. Η’ λες και βρέχει συνεχόμενα κανένα δεκαπενθήμερο και δεν έχουμε ξεμυτίσει ούτε στη βεράντα. Δεν έχω δει παιδί να κάθεται τόσο οικειοθελώς στο καρότσι όταν του προτείνεις να το πας βόλτα.
Μη δει μπουκάλι πλαστικό! Θέλει να πιει. Είτε αυτό είναι νερό, είτε coca cola, είτε λεμονίτα. Πίνει και με καλαμάκι.
Επισης δεν τρώει. Τελεία. Προτιμάει να πετάει το φαγητό από το καρεκλάκι και θα τρεφόταν μια χαρά για μια ζωή με ντομάτα, φέτα και κεράσια. Στο τσακίρ κέφι τρώει και κανένα τοτάλ με μέλι. Γιατί και είναι τσιλιβιθρόνι. Της κάνουν ρούχα που το ταμπελάκι τους ανεφέρεται σε παιδάκια που ψιλονεογέννητα. Εντάξει κάνουμε τρελή απόσβεση.
Έκλεισε τους 15 μήνες και πλέον γνωρίζει τα πάντα. Ξέρει να μην τρώει, να τσακώνεται με την αδερφή της, να διεκδικεί την αγκαλιά μου, να ζηλεύει, να ακούει τραγούδια στο youtube και να κάνει τσουλήθρα μόνη της.
Νιώθω πλήρης ως μάνα. Και το λατρεύω το μικρό.
 
 

10/6/13

6 χρόνια μελό


6 χρόνια απόψε. Από τότε που παντρεύτηκα τον καλύτερο μου φίλο. Ξέρεις από εκείνες τις ιστορίες που λες στους ανθρώπους που γνωρίζεις για πρώτη φορά και δεν το πιστεύουν. Συμμαθητές από νηπιαγωγείο. Μαζί στο δημοτικό, μαζί στο γυμνάσιο, μαζί στο λύκειο. Μαζί και στην Αθήνα μετά για σπουδές. Ένας κρυφός έρωτας δικός του, καλά κρυμμένος, τόσο όσο να φαίνεται και να μην φαίνεται μαζί. Ο καλύτερος μου φίλος. Να ξέρει τα πάντα για μένα, να ξέρω τα πάντα για αυτόν. Ποτέ να μην συμπαθεί τους δικούς μου έρωτες και ποτέ να μην συμπαθώ τους δικούς του. Μαχαιριά στην καρδιά. Ζήλια κρυφή, διακριτική. Όμως ψιλοπερηφάνεια. Στραβά μάτια. Καλές κουβέντες.

Και ξαφνικά (;) μια μέρα το κλικ. Ταυτόχρονα. Πριν 12 χρόνια αυτό. Και κούμπωσε. Και ήταν το ιδανικό. Κι ας μην ήταν το μαγικό πρώτο ραντεβού που δεν ξέρεις τίποτα για τον άλλον. Ήταν το μαγικό πρώτο ραντεβού που ήξερες τα ΠΑΝΤΑ για τον άλλον. Τα καλά και τα κακά. Τις αδυναμίες και τη δύναμή του. Όμως τον κοίταγες πια με άλλα μάτια. Πιο μεγάλα, πιο ανοιχτά. Με το μέλλον μπροστά. Κοινό.

Και πρόταση γάμου και αρραβώνας που πρόλαβε τουλάχιστον ο μπαμπάς μου. Και ένα γάμος περίπατος. Πριν έξι χρόνια αυτό.

Μια ζωή χωρίς καβγάδες. Στις πιο μεγάλες μας εντάσεις, απλά σιωπούμε. Κοιταζόμαστε στα μάτια και αποχωρούμε. Ξέρουμε καλά πως δεν μπορούμε ο ένας χωρίς τον άλλον. Βρίσκουμε πάντα τη λύση. Κάπως μαγικά. Λέμε τα ίδια πράγματα συγχρόνως. Ξέρεις, αυτό το σπαστικό που ο άλλος είναι μέσα στο μυαλό σου. Που δεν μπορείς να κρυφτείς.

Και μετά ήρθαν ένα ένα τα παιδιά. Παρών. Απεριόριστη βοήθεια. Ο κυματοθραύστης μου στις δύσκολες μέρες. Κατανόηση. Υπερβολική. Από άλλο πλανήτη.

Κι όταν το σπίτι βουλιάζει από την ακαταστασία, τα ασιδέρωτα ρούχα είναι μέχρι το ταβάνι και το φαγητό δεν έχει μπει στο φούρνο στην ώρα του, ακόμη και τότε, δεν ύψωνει ποτέ τη φωνή. Παραμυθένιο το ξέρω. Όμως το ζω κάθε μέρα. Κάθε απόγευμα που ανοίγει η πόρτα και τραγουδάμε δυνατά και ρυθμικά «ήρθε ο μπαμπάς μας, ναι ναι ναι!». Ήρθε το άλλο μου μισό.

Μελό. Το ξέρω.