26/5/16

Η μαμά μου

*Την είδα σήμερα, τυχαία, σε μια φωτογραφία στο facebook σε μια φωτογραφία από μια παρουσίαση βιβλίου στο βιβλιοπωλείο Πλειάδες και όλο αυτό ήρθε τόσο αυθόρμητα.


Η μαμά μου είναι stalker του Βατόπουλου, κυνηγάει την Επτακοίλη να της υπογράψει το «Άλλο μου ολόκληρο» και κάνει βιαστικές συζητήσεις με τον Ξανθούλη στο πεζοδρόμιο της Ασκληπιού. Την ξέρουν τα γκαρσόνια στον Ιανό και ο μπάρμαν στο Rosebud της δίνει τη Lifo και την Athens Voice χωρίς να του τα ζητήσει, από συνήθεια, κάθε Πέμπτη. Ανταλλάσει απόψεις με την Αρετή του Free Thinking Zone και τη συνδέει μια βαθιά φιλία με τη Μαρία του Επί Λέξει, από την αδικοχαμένη Εστία. Δεν έχει facebook αλλά εγώ τη βλέπω, την άλλη ημέρα, στις φωτογραφίες των εκδηλώσεων που έχει πάει, καμιά φορά απλά μαντεύω ότι είναι η ασπρόμαυρη φιγούρα που διακρίνεται στη δεύτερη σειρά.


Η μαμά μου είναι μόνη της. Ξενυχτάει τα βράδια βλέποντας τηλεόραση και όταν έχει καταφέρει να νικήσει τον ύπνο, πηγαίνει στο τραπέζι με το παζλ και ξεχωρίζει τα κομμάτια σε αποχρώσεις, δεξιά τα γαλάζια, δίπλα τα σκούρα μπλε και μετά τα μαύρα. Όταν χαράξει, πίνει τον καφέ της και πάει για ύπνο γιατί εκεί, μέσα στον θόρυβο μιας πόλης που ξυπνάει, δεν φοβάται να κοιμηθεί.

Η μαμά μου είναι cool. Αντέδρασε χωρίς υστερίες στο άκουσμα ότι ενδέχεται να μετακομίσουμε στην Αγγλία και άκουσε με ορθάνοιχτα τα αυτιά της την ιστορία μας. Αφουγκράστηκε την ανάγκη μας να το κάνουμε και κατάλαβε τους φόβους μας πριν το μεγάλο βήμα. Όταν της ανακοίνωσα πως η απόφασή μας τελικά ήταν αρνητική, είπε απλά «δηλαδή, πάει το όνειρο;». Η μαμά μου είναι πάνω από όλα ρομαντική.

Η μαμά μου αγχώνεται για χίλια δυο. Μερικά είναι σοβαρά, όπως η υγεία των εγγονών της και μερικά αστεία, να βάλει καλαμπόκι στη σαλάτα το Σάββατο, να φτιάξει γιαουρτόγλυκο ή εκείνο το γλυκό με τα μπισκότα; Θα του αρέσει του γιου της το πώς έψησε το χοιρινό; Όταν βλέπει ειδήσεις, είναι πεπεισμένη ότι έρχεται η καταστροφή, αλλά ποιος δεν το πιστεύει αυτό, όταν βλέπει ειδήσεις;

Της μαμάς μου της αρέσει ο Ααρον Εκχαρτ και ο Ράιαν Γκόσλινγκ αλλά μαζί με το Μπρούσκο βλέπει και τις κουλτουριάρικες σειρές που βάζει η ΕΡΤ. Δεν θέλει να πάρει τάμπλετ να μιλάμε στο Skype και δεν ξέρει να διαβάζει μηνύματα στο κινητό της.

Η μαμά μου, στην ενήλικη ζωή της, δεν είχε φίλες, όπως εννοεί κανείς τις κολλητές. Είχε πάντα επαφές και επισκέψεις και πολύ κοντινούς της ανθρώπους που είχαν εκτιμήσει αυτό που ήταν και τον τρόπο που το εξέπεμπε. Στην Αθήνα, βγαίνει για καφέ με μια κοπέλα που γνώρισε στο ταχυδρομείο γιατί, με έναν μαγικό τρόπο, κάτι κοινό αναγνώρισαν η μία στην άλλη, πάνω από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ και τα γραμματόσημα στον γκισέ. Ένα μαγαζί με κορνίζες που έκλεισε στη Διδότου την έκανε να χάσει άλλη μια καινούρια και καλή φίλη, που τώρα μένει μακριά, αλλά, που και που, έρχεται για ολοήμερο καφέ και κους κους στον καναπέ της. Έχει και τις ξαδέρφες της που την αγαπούν και κάθε φορά που βρίσκονται μιλάνε και οι τρεις τους ασταμάτητα η μία πάνω στην άλλη για να προλάβουν να τα πουν όλα.

Η μαμά μου έχει εμάς. Τα παιδιά της και τα εγγόνια της. Κι αν μένουμε στην ίδια πόλη, ήταν και είναι τόσο διακριτική και τόσο απλόχερα διαθέσιμη την ίδια στιγμή. Όταν κλείνεται στο καβούκι της, είναι σαν να παίρνει δυνάμεις, να θέλει να απέχει επειδή μένει μόνη και μπορεί να το κάνει. Όταν νιώθει ζωντανή, μπορεί να περπατήσει όλη την Ερμού για να ψάξει το κατάλληλο δώρο για τον καθένα μας και να γυρίσει ξέπνοη στο σπίτι με φουσκάλες στα πόδια.

Η μαμά μου βγάζει θησαυρούς από παντού που τους έχει κρατήσει σαν φυλακτό. Ανακαλύψεις που θα έπιαναν την καλή στο ebay αλλά και vintage τσάντες που δεν φορέθηκαν ποτέ αλλά παραμένουν τυλιγμένες σε ένα ύφασμα στο βάθος της ντουλάπας.

Δεν της αρέσει να επιστρέφει στο πατρικό μας γιατί έχει ξεχάσει πως είναι να ζεις εκεί, με όλα τα παράθυρα και τις πόρτες ανοιχτές, με το φαγητό στην κατσαρόλα και εμάς να παίζουμε στην πίσω αυλή. Δεν θυμάται πως είναι να κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο και να βγάζει το σίδερο που κρατάει τη θέση που παρκάρει ο μπαμπάς μου το καλοκαίρι. Έχει ξεχάσει πως είναι να βάζει τα καλά της και να κατηφορίζουμε οικογενειακώς προς την παραλία. Θέλει όμως να μην τα ξεχάσει όλα. Προσπαθεί τουλάχιστον. Γράφει τις αναμνήσεις της σε περισσευούμενες σελίδες που έσκισε από ένα τετράδιο και έχει κάνει μια αυτοέκδοση κάποιων δικών της γραπτών που τη χαρίζει όπου θέλει.

Η μαμά μου δεν θέλει δόξα. Θέλει να την αγαπούν και να της το δείχνουν, να της δίνουν με ένα χαμόγελο το free press στο χέρι και οι συγγραφείς να της υπογράφουν εγκάρδια το καινούριο τους βιβλίο. Θέλει να γεμίζει αλλά μερικές φορές θέλει και να αδειάζει. Έτσι είναι η μαμά μου, συνεχίζει δίπλα μας χωρίς συνταγές και οδηγίες χρήσης.





18/5/16

Δελτίο καιρού

Ο καιρός θα βελτιωθεί από αύριο. Λες και κάπου γράφει ότι σε όλους αρέσει η λιακάδα. Κι αν σου αρέσει αυτό το ψυχρό αεράκι μόλις βγαίνεις από το σπίτι; Κι αν λατρεύεις την πολύχρωμη ομπρέλα σου που έχεις τόσο καιρό να χρησιμοποιήσεις; Κι αν στα παιδιά σου αρέσουν οι λακκούβες με τις λάσπες και τις γαλότσες τους; Τότε ο καιρός δεν θα βελτιωθεί από αύριο. Θα έχει εκείνη την αρρωστημένη αυγουστιάτικη ζέστη που ήρθε πριν καλά καλά φτάσει στη μέση του ο Μάιος. Ο καιρός θα βελτιωθεί μόνο μέσα σου.  

Κάθε ημέρα έχω πολλές power στιγμές. Το πρωί όταν οδηγώ επιστρέφοντας από τις παραδόσεις παιδιών στα σχολεία, λίγο αργότερα στο περπάτημα της μισής ώρας (θα μπορούσε να είναι και της κακιάς ώρας αν σκεφτείς τι βλέπουν τα μάτια μου), την ώρα που περιμένω στο φανάρι το μεσημέρι. Εκείνες τις στιγμές, κι ας μην κάνω τίποτα σημαντικό, είναι οι πιο δυνατές στιγμές της ημέρας. Και είναι επειδή είμαι μόνη μου και ελεύθερη να σκεφτώ. Έχω ανάγκη να σκέφτομαι. Όχι κάτι ιδιαίτερο, όχι κάτι σοβαρό. Δεν έχει σημασία η ίδια η σκέψη. Θέλω απλά να κουνιούνται τα γρανάζια εκεί επάνω. Να βάζω πράγματα σε σειρά. Να χαίρομαι για κάτι. Να χαμογελάω ενώ θυμάμαι κάτι. Να προγραμματίζω. Να ονειρεύομαι. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς το μυαλό μου. Θέλω να χωρέσω όλα τα πράγματα εκεί μέσα.

Έχω και πολλές shity moments. Όταν υποκύπτω και φέρνω το μεσημεριανό στο τραπέζι του σαλονιού. Όταν ξεχνάω να πάρω νερό μαζί μου στην παιδική χαρά. Όταν βρίσκω τα βιβλία της στο τραπέζι ξεχασμένα ενώ είναι ήδη στο σχολείο. Όταν πάω για ύπνο με γεμάτο νεροχύτη στην κουζίνα.
 
Ο καιρός θα βελτιωθεί από αύριο. Δεν θα με πείραζε να είναι και άστατος. Δεν θα με πείραζε και να βρέχει. Μπορώ να προσαρμοστώ ακόμη κι αν χιονίσει καλοκαιριάτικα. Ακόμη κι αν υπάρχει πιθανότητα για πρόσκαιρη βροχή στα ηπειρωτικά. 

Στο μυαλό θα βελτιωθούν όλα. Όχι μόνο ο καιρός. 


6/5/16

Σκυλοπάρτυ

Κάθε παιδί που σέβεται τον εαυτό του ζητάει από τους γονείς του να του πάρουν ένα σκυλί. Όμως η μάνα αυτού του σπιτιού αντιστέκεται και πραγματικά δεν έχει αντοχές, ούτε θέλει να προσέχει ένα σκυλί, της αρκούν αυτά που βλέπουμε στο δρόμο.
Οπότε κάπου εκεί έγινε ο συμβιβασμός και πετύχαμε μπίνγκο για το πάρτυ της Μιράντας. Αυτό για τα γενέθλια της, όταν έγινε τεσσάρων πριν από έναν μήνα περίπου.


Είχα σκοπό να κάνω πολλά πράγματα, αλλά τελικά δεν έκανα σχεδόν τίποτα. Δεν ξέρω αν ήταν θέμα χρόνου ή όρεξης, αλλά είχα σκοπό να κάνω σπιτάκια από χαρτόκουτα και τελικά έκανα μόνο ένα pet shop (και καλά) για σκύλους. Μαζέψαμε και όλα τα χνουδωτά λούτρινα του σπιτιού που αποδείχτηκαν πάρα πολλά τελικά (και δεν τους φαινόταν).

Η πρόσκληση ήταν εξαιρετικά απλή και όλα τα υλικά υπήρχαν στο σπίτι. Τα αυτάκια του σκύλου έκρυβαν τις πληροφορίες για το πάρτυ.








Είχαμε φυσικά και hot dog (ζεστούς σκύλους!)


Το pet shop 
(τα pom pom τα είχα κρατήσει από άλλο πάρτυ. Η κατασκευή είναι δυο κούτες κολλημένες και κομμένες έτσι ώστε να έχουν ένα παράθυρο. Είχα πάρει δεματικά καλωδιών αλλά τελικά δεν χρειάστηκαν αφού αρκούσε λίγη κολλά σιλικόνης για να τα ενώσω). Τις κούτες τις έβαψα με το πιο φθηνό λευκό χρώμα που βρήκα)



Το σκυλοσόι.


Τα παιχνιδάκια που είχα ετοιμάσει.
να ζωγραφίσουν πάνω σε κόκαλα σκύλου
να ζωγραφίσουν τις φατσούλες σκύλων που είχα φτιάξει ως origami (ακούγεται δύσκολο αλλά είναι πανεύκολο)
να γαβγίσουν σύμφωνα με το συναίσθημα που έγραφε το χαρτάκι. Η Δανάη ήταν εξαιρετικά καλή σε αυτό!




Είχα κρεμάσει και αυτά τα μπαλόνια που έμοιαζαν με σκυλάκια.


και είχα φτιάξει και στέκες με αυτιά σκύλου από μαύρη τσόχα.




Η τούρτα




Η Δανάη της είχε πει ότι θα γίνει τεσσάρων μόλις σβήσει τα κεράκια, οπότε ιδού η στιγμή που περάσαμε στη νέα ηλικία!


Και του χρόνου Μιραντάκι!